Eνώ εστιατόρια, ξενοδοχεία, σχολεία, εμπορικά κέντρα και άλλα κτίρια παρέμειναν επί μακρόν κλειστά για να αποφευχθεί η εξάπλωση του COVID-19, η ποιότητα του νερού στο εσωτερικό τους δίκτυο μπορεί να έχει αλλάξει.
Σε κτίρια σε εθνικό επίπεδο, το νερό που μένει στάσιμο για μεγάλα χρονικά διαστήματα θα μπορούσε να περιέχει ποσότητες βαρέων μετάλλων και παθογόνων που συγκεντρώνονται στους σωλήνες.
Οι συστάσεις βασίζονται σε επιπτώσεις από άλλες μελέτες στασιμότητας του νερού σε μεγάλα κτίρια. Δεδομένου ότι δεν έχει διεξαχθεί μελέτη σχετικά με εκτεταμένα, μακροπρόθεσμα κλεισίματα κτιρίων, εξακολουθούν να υπάρχουν κενά γνώσης σχετικά με τον καλύτερο τρόπο διατήρησης σταθερής ποιότητας νερού κατά τη διάρκεια ενός τερματισμού λειτουργίας τους.
Θα ήταν συνετό οι ιδιοκτήτες ή διαχειριστές αυτών των κτιρίων, υγειονομικού ενδιαφέροντος ή μη, τουλάχιστον να αδειάσουν το στάσιμο νερό από το δίκτυο ώστε επακόλουθα να ξεπλυθεί και να γεμίσει με το χλωριωμένο και φρέσκο νερό του δικτύου ύδρευσης.
Aν το δημόσιο κτίριο έχει δεξαμενή πρέπει να αδειάσει, να καθαριστεί, να απολυμανθεί, να γεμίσει με φρέσκο νερό, να προστεθεί επιπλέον χλώριο, να αδειάσει πάλι (καλό θα ήταν το υπερχλωριωμένο νερό να μείνει στάσιμο στο δίκτυο για κάποιο διάστημα) και μετά να ξαναγεμίσει προς χρήση (είναι αναγκαίο το άδειασμα να γίνει από όλες τις βρύσες που διαθέτει το κτίριο).